Μπορείτε να παρακολουθήσετε την ομιλία μου για την αντιμετώπιση σπασμών στο παιδιατρικό ιατρείο, η οποία αναμεταδόθηκε διαδικτυακά κατά στο 9ο Ετήσιο Πρόγραμμα Συνεχιζόμενης Ιατρικής Επιμόρφωσης 2022-2023 που διοργάνωσε το Παιδιατρικό Κέντρο Αθηνών.
Πρώτη αντιμετώπιση σπασμών στα παιδιά
Αγαπητοί γονείς
Οι σπασμοί είναι πάντα ένα τρομακτικό βίωμα για τους παρισταμένους γονείς. Ωστόσο πρόκειται για το δεύτερο πιο συχνό είδος επειγόντων περιστατικών στην παιδιατρική (μετά τα επείγοντα του αναπνευστικού συστήματος). Το δε επιληπτικό Status* είναι το πιο συχνό νευρολογικό επείγον σε παιδιά. Πρόκειται μάλιστα για το είδος του επείγοντος, όπου η χορήγηση της πρώτης θεραπείας πρέπει να είναι ει δυνατόν άμεση.
Ανεξαρτήτως του αν οι σπασμοί είναι πυρετικοί ή επιληπτικής φύσεως, η πρώτη αντιμετώπιση είναι σχεδόν ίδια. Πρώτα από όλα παραμένουμε ήρεμοι (όσο γίνεται), και μένουμε δίπλα στο παιδί.
Φέρνουμε το παιδί σε ασφαλή περιοχή και θέση. Ξαπλώνουμε το παιδί στο έδαφος (είτε ανάσκελα, είτε καλύτερα στην πλαϊνή θέση ασφαλείας), και τοποθετούμε κάτι μαλακό κάτω από το κεφάλι του, ώστε να μην χτυπήσει. Χαλαρώνουμε τα ρούχα του (πχ σφιχτά ρούχα γύρω από το λαιμό), και απομακρύνουμε αντικείμενα όπου θα μπορούσε το παιδί να χτυπήσει (τραπέζια, γωνίες επίπλων, κλπ).
Καλούμε για βοήθεια (πχ το ΕΚΑΒ, ειδικά αν είναι η πρώτη φορά που το παιδί κάνει σπασμούς).
Καταγράφουμε τί ώρα ξεκίνησαν οι σπασμοί, είτε βάζουμε το χρονόμετρο του κινητού μας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι μέσα στον πανικό χάνουμε την αίσθηση του χρόνου.
Παρατηρούμε πώς ακριβώς ξεκίνησαν και εξελίσσονται οι σπασμοί. Αν μπορούμε, κάνουμε ένα σύντομο βίντεο που να περιλαμβάνει το πρόσωπο, τα χέρια και τα πόδια του παιδιού. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για την περαιτέρω διαγνωστική διερεύνηση αλλά και θεραπεία.
Ποτέ δεν βάζουμε αντικείμενα ανάμεσα στα δόντια του παιδιού με σπασμούς! Ποτέ δεν ρίχνουμε κρύο νερό στο παιδί, και ποτέ δεν το ταρακουνάμε βίαια! Αντιθέτως παραμένουμε δίπλα του και προσπαθούμε να το ηρεμήσουμε.
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων σταματάνε οι σπασμοί μόνοι τους εντός λίγων λεπτών, και τότε δεν δίνουμε κάποιο φάρμακο.
Αν ωστόσο το παιδί πάσχει από γενικευμένους τονικοκλονικούς σπασμούς, και περάσουν πάνω από 3 λεπτά, τότε χορηγούμε το λεγόμενο φάρμακο διάσωσης.
Τα υπάρχοντα φάρμακα διάσωσης είναι κυρίως 3 ειδών, με δικά τους θετικά και αρνητικά το καθένα:
- το χορηγούμενο από το ορθό του παιδιού, Diazepam (σκεύασμα Diazepam Desitin, και το Stesolid) σε δόση 5 mg αν το παιδί είναι κάτω από 15 κιλά βάρος, και δόση 10 mg αν το παιδί ζυγίζει 15 κιλά και άνω.

- το χορηγούμενο στην ενδοπαρειακή αύλακα Midazolam (σκεύασμα Epistatus, και Buccolam ), σε δόση περίπου 0,3 mg / kg (για το Buccolam οι δόσεις είναι 2,5 mg για <1 έτους, 5 mg για < 5 ετών, 7,5 mg για < 10 ετών , και 10 mg από 10 ετών )

- το χορηγούμενο ενδορρινικά Midazolam, με ειδικό ρινικό εκνεφωτή τύπου MAD, σε δόση περίπου 0,3 mg/kg (του ενδοφλεβίου διαλύματος 5 mg/ml )

( O γιατρός που θα σας συνταγογραφήσει το φάρμακο, θα σας δώσει και ακριβείς οδηγίες για τη δόση και για τον τρόπο χρήσης του )
Αφού λυθούν οι σπασμοί, γυρνάμε το παιδί στην πλάγια θέση ασφαλείας (αν δεν είναι ήδη εκεί) και μετράμε τη θερμοκρασία. Σε περίπτωση πυρετού (> 38.0 °C), χορηγούμε αντιπυρετικά.
Αν δεν λυθούν οι σπασμοί σε λίγα λεπτά, ειδοποιούμε το ΕΚΑΒ (αν δεν το έχουμε ήδη κάνει) ή μεταφέρουμε το παιδί στο νοσοκομείο. Ακόμα και σε περίπτωση καλοήθων πυρετικών σπασμών που διακοπούν μόνοι τους, πρέπει να γίνει εκτίμηση από παιδίατρο (αιτία του πυρετού;).
* Υποσημείωση: Τί είναι το επιληπτικό Status; Σύμφωνα με τον τελευταίο ορισμό της ILAE 2015, χρησιμοποιούμε 2 χρονικά όρια, το όριο t1, οπότε θεωρείται επαπειλούμενο Status (δηλ. αν δεν δοθεί φάρμακο διάσωσης, υπάρχει υψηλή πιθανότητα να φτάσουμε στο όριο t2). Το χρονικό όριο t1 είναι όταν πρέπει να δοθεί το φάρμακο διάσωσης, ώστε να μην φτάσουμε στο επικίνδυνο t2. Το χρονικό όριο t2 θεωρείται εγκατεστημένο πια Status, με αυξημένο ρίσκο για μακροπρόθεσμες συνέπειες και εγκεφαλικές βλάβες.
Π.χ. για γενικευμένους τονικοκλονικούς σπασμούς το όριο t1 ειναι 5 λεπτά, και το t2 είναι 30 λεπτά.
Διεθνώς συνίσταται λοιπόν σε περίπτωση γενικευμένων τονικοκλονικών σπασμών, να περιμένουμε 5 λεπτά προτού δώσουμε φάρμακο διάσωσης, ωστόσο συστήνουμε γενικώς τα 3 λεπτά, και σε περίπτωση που το παιδί έχει ήδη ιστορικό εγκατεστημένου επιληπτικού Status, συστήνεται να μην περιμένουμε καθόλου.
Επιστημονική Επιμέλεια
Λάμπρος Κουσουλός
Παιδονευρολόγος
Η επιληψία στην παιδική ηλικία
(το άρθρο αυτό γράφτηκε επ΄αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Επιληψίας, την 14/02/2022,
και δημοσιεύτηκε στο Site του Ιατρικού Κέντρου Αθηνών)
H επιληψία (η λέξη ετυμολογείται από το επι- και λαμβάνειν, δηλαδή ότι κάτι εκτός του ανθρώπου αναλαμβάνει τον έλεγχό του) είναι γνωστή από τα αρχαία χρόνια. Σήμερα ξέρουμε ότι δεν είναι κάποια εξωτερική δύναμη που αναλαμβάνει τον έλεγχο του ανθρώπου, αλλά προέρχεται από τον εγκέφαλο του ανθρώπου, και έχει πολλές διαφορετικές μορφές και είδη.
Διαχωρίζουμε ανάμεσα σε μια επιληπτική κρίση (seizure) και στην επιληψία (epilepsy). Η επιληπτική κρίση μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε από εμάς, εφόσον υπάρχουν οι απαραίτητες συνθήκες (οι λεγόμενες προκλητές κρίσεις, πχ από έλλειψη οξυγόνου, τραύμα στον εγκέφαλο, διαταραχή ηλεκτρολυτών νατρίου, ασβεστίου, σακχάρου, υπερδοσολογία κάποιων φαρμάκων ή ουσιών, ο πυρετός σε μικρά παιδιά, κτλ), και οφείλεται σε μια υπερβολική και σύγχρονη εκφόρτιση νευρώνων του εγκεφάλου. Περίπου 5% των ανθρώπων θα παρουσιάσουν μία φορά στη ζωή τους μία επιληπτική κρίση. Στα παιδιά παρουσιάζονται πχ αρκετά συχνά πυρετικοί σπασμοί, χωρίς αυτό να είναι επιληψία. Επίσης τα παιδιά παρουσιάζουν πολλάκις παροξυσμικά φαινόμενα χωρίς πυρετό ( πχ τικ, μυοκλονίες ύπνου, σπασμοί επί εδάφους συγκοπτικών επεισοδίων, σε βρέφη και νήπια κράτημα αναπνοής, άλλες κινητικές διαταραχές, κτλ).
Η επιληψία από την άλλη μεριά, είναι μια νόσος που ορίζεται ως δύο μη προκλητές κρίσεις με απόσταση τουλάχιστον 24 ωρών μεταξύ τους, ή ως μία απρόκλητη κρίση και πιθανότητα εμφάνισης 2ης κρίσης πάνω από 60 % (η πιθανότητα αυτή προκύπτει από ευρήματα στον απεικονιστικό έλεγχο, στο ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, κτλ), ή αν διαγνωσθεί κάποιο επιληπτικό σύνδρομο.
Περίπου 1% των ανθρώπων στη Γη πάσχουν από επιληψία. Η επιληψία είναι από τα πιο συχνά νευρολογικά νοσήματα της παιδικής ηλικίας. Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε περίπου 33-82 παιδιά ανά 100.000 παιδιά το έτος, αναλόγως του μελετωμένου πληθυσμού. Το 75% των επιληψιών πρωτοπαρουσιάζεται πριν το 20ό έτος.
Στην ακριβή αιτιολόγησή της βοηθάει πολύ το ακριβές ιστορικό, αν υπάρχει κάποιο βίντεο του σπασμού, οι μαρτυρίες των ανθρώπων που είδαν το σπασμό, οι αναφορές του ίδιου του ασθενούς και στη συνέχεια οι διαγνωστικές εξετάσεις. Το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα είναι μια εξέταση όπου φαίνονται πολλές φορές τα επιληπτικά δυναμικά (αλλά όχι πάντα με την πρώτη εξέταση). Εάν συνέβη γνήσια επιληπτική κρίση, συνήθως χρειάζεται να γίνει και απεικονιστικός έλεγχος (προτιμάται η μαγνητική τομογραφία, καθώς η αξονική τομογραφία του εγκεφάλου έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει ελαφρώς τη στατιστική πιθανότητα εμφάνισης όγκων του κεντρικού νευρικού συστήματος). Επίσης έχει προχωρήσει πολύ η γενετική διερεύνηση των επιληψιών, με καινούρια ευρήματα κάθε χρόνο.
Εάν διαγνωσθεί επιληψία, εξετάζεται ποιο ακριβώς είδος επιληψίας υφίσταται. Ανάλογα με την ηλικία του παιδιού κατά την εμφάνιση της επιληψίας, υπάρχουν και διαφορετικά σύνδρομα επιληψίας. Οι επιληπτικές κρίσεις διαχωρίζονται επίσης σε εστιακές (έναρξη σε ένα ημισφαίριο του εγκεφάλου) και σε γενικευμένες (έναρξη της επιληπτικής δραστηριότητας ταυτόχρονα και στα δύο ημισφαίρια του εγκεφάλου), κάτι που έχει μεγάλη σημασία για την επιλογή του κατάλληλου φαρμάκου.
Αν χρειαστεί να δοθεί αντιεπιληπτική αγωγή, υπάρχουν πολλά διαφορετικά φάρμακα, που δρουν με διάφορους τρόπους. Στατιστικά, το πρώτο αντιεπιληπτικό φάρμακο θα ελέγξει τους επιληπτικούς σπασμούς στο περίπου 50% των περιπτώσεων. Σε περίπτωση επιμονής των σπασμών, ένα δεύτερο φάρμακο θα καταφέρει να ελέγξει άλλο 25% των περιπτώσεων. Όταν 2 φάρμακα σε σωστή δόση δεν μπορούν να ελέγξουν μια επιληψία, τότε αυτή ορίζεται ως φαρμακοανθεκτική. Η πρόγνωση σε κάθε ξεχωριστό ασθενή ωστόσο εξαρτάται εν τέλει από το είδος της επιληψίας και από πολλούς άλλους παράγοντες.
Η φαρμακευτική θεραπεία της επιληψίας στα παιδιά δεν χρειάζεται πάντα να δίνεται εφ όρου ζωής. Πολλά παιδιά στην πορεία του χρόνου μπορούν να σταματήσουν την αγωγή, καθώς ωριμάζει το νευρικό τους σύστημα και η επιληψία δεν υφίσταται πια. Είναι βέβαια σημαντικό να ελεγχθούν οι επιληπτικοί σπασμοί όταν αυτοί πρωτοεμφανίζονται, καθώς μπορούν να προκαλέσουν επιπλοκές , πχ επιληπτικό status, γνωσιακές διαταραχές, κτλ.
Η επιληψία συνοπτικά είναι μια πολύ συχνή νόσος και παιδιά με επιληψία μπορούν τις περισσότερες φορές με την κατάλληλη αγωγή και αντιμετώπιση να ζήσουν μια φυσιολογική και χαρούμενη ζωή, όπως όλα τα άλλα παιδιά.
Επιστημονική επιμέλεια
Λάμπρος Κουσουλός
Παιδονευρολόγος